Θέμιδας

Θέμιδας
Θέμις
that which is laid down
fem acc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • θέμιδας — θέμις that which is laid down fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Θέμιδα — η 1. αρχαία θεά ως προσωποποίηση της έννοιας της δικαιοσύνης. 2. φρ., «ναός της Θέμιδας», το δικαστήριο. 3. φρ., «οι λειτουργοί της Θέμιδας», οι δικαστές, οι νομικοί. 4. φρ., «το σπαθί της Θέμιδας» ή «ο ζυγός της Θέμιδας», το σπαθί και η ζυγαριά… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Πυθών — I Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Αθηναίος αγγειοπλάστης της αρχαιότητας, που έζησε στον 6o – 5o αι. π.Χ. Διατηρούσε δικό του εργαστήρι, όπου φιλοτέχνησε ερυθρόμορφα αγγεία του αυστηρού ρυθμού. Από τα έργα του σώζονται τέσσερα κύπελλα (κύαθοι),… …   Dictionary of Greek

  • Πύθων — I Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Αθηναίος αγγειοπλάστης της αρχαιότητας, που έζησε στον 6o – 5o αι. π.Χ. Διατηρούσε δικό του εργαστήρι, όπου φιλοτέχνησε ερυθρόμορφα αγγεία του αυστηρού ρυθμού. Από τα έργα του σώζονται τέσσερα κύπελλα (κύαθοι),… …   Dictionary of Greek

  • Τανάγρα — Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 230 μ.), στην πρώην επαρχία Θηβών, του νομού Βοιωτίας. Βρίσκεται στο ανατολικό τμήμα της επαρχίας. Είναι έδρα του ομώνυμου δήμου (28 τ. χλμ.), στον οποίο ανήκει και ένας μεγαλύτερος οικισμός, η Παναγία (υψόμ. 155 μ.). Η …   Dictionary of Greek

  • ειρήνη — I Θεά των αρχαίων, προστάτιδα της ειρήνης, κόρη του Δία και της Θέμιδας και αδελφή της Ευνομίας και της Δίκης, με τις οποίες αποτελούσε τις τρεις Ώρες. Στην αρχαία Αθήνα, κατά τις γιορτές των Συνοικίων, οι πιστοί προσέφεραν στη θεά αναίμακτες… …   Dictionary of Greek

  • ομόνοια — I Μυθολογική θεότητα, κόρη του Δία και της θέμιδας ή της Πραξιδίκης, και αδελφή της Αρετής. Ήταν η προσωποποίηση της ομόνοιας των πολιτών. Στην Ολυμπία υπήρχε βωμός της από όπου οι γαμπροί έπαιρναν τις νύφες και τις οδηγούσαν στο σπίτι τους.… …   Dictionary of Greek

  • παλλάντιον — Πόλη της αρχαίας Αρκαδίας, στα Δ της Τεγέας. Ιδρυτής της θεωρείται ο Πάλλας, εγγονός του Πελασγού και γιος του Λυκάονα. Κατά τη μυθολογία, 60 χρόνια πριν από τον Τρωικό πόλεμο, ο Εύανδρος, γιος του Ερμή και της νύμφης Θέμιδας, ή της Νικοστράτης,… …   Dictionary of Greek

  • τανάγρα — Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 230 μ.), στην πρώην επαρχία Θηβών, του νομού Βοιωτίας. Βρίσκεται στο ανατολικό τμήμα της επαρχίας. Είναι έδρα του ομώνυμου δήμου (28 τ. χλμ.), στον οποίο ανήκει και ένας μεγαλύτερος οικισμός, η Παναγία (υψόμ. 155 μ.). Η …   Dictionary of Greek

  • Αίγεστα — Μυθολογικό πρόσωπο. Σύζυγος του ποταμού Κριμισού, κόρη του Φοινοδάμαντα ή του Ιπποστράτη (ή Ιππότη) από την Τροία, μητέρα του Αιγέστη. Η Α., μαζί με άλλες δύο κόρες του Φοινοδάμαντα, είχε σταλεί από τον Λαομέδοντα, βασιλιά της Τροίας, στη Λιβύη,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”